Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011

Η οικογένεια: ο πιο κατάλληλος τόπος για να μεγαλώσουν οι γονείς!

Η οικογένεια: ο πιο κατάλληλος τόπος για να μεγαλώσουν οι γονείς!(β΄ μέρος), π. Βασίλειος Θερμός















http://www.faneromenihol.gr

Κι αν αυτό δεν μπορώ να το πετύχω; Γι΄ αυτό πολλοί γονείς δυσκολεύονται, όταν τα παιδιά τους μεγαλώνουν. Δηλαδή, ενώ τα πήγαιναν πολύ καλά όταν ήταν μωρά, μόλις μεγαλώσουν λίγο ξεβολεύονται, λένε «τώρα τι γίνεται εδώ; Καλά ήταν πριν που ήταν μωρό, τώρα δεν μπορώ να τα βγάλω πέρα μαζί του» γιατί αυτό απαιτεί άλλες ικανότητες!
Όταν μπει στη παιδική ηλικία το παιδί μας, δηλαδή στην ηλικία του δημοτικού σχολείου, ζητάει άλλα πράγματα. Δεν είναι όπως πριν που του διαβάζαμε ένα βιβλίο μονόπλευρα. Τώρα διαβάζει μόνο του και έρχεται και μας ρωτάει για αυτά που διαβάζει, έχει απορίες, ή παίζει παιγνίδια επιτραπέζια ή ηλεκτρονικά και ζητάει από εμάς να παίξουμε μαζί του.
Αλήθεια πόσοι από εμάς ξέρουμε να παίξουμε ένα επιτραπέζιο παιχνίδι ή ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι των παιδιών μας ολόκληρο, με τους κανονισμούς του όλους από την αρχή ως το τέλος; Αυτό είναι και ικανότητα.
Για να μη πούμε βέβαια για την επόμενη ηλικία της εφηβείας, όπου τότε μέσα σε μια έκρηξη αυτής της νέας προσωπικότητας ξυπνάνε πια όλες οι ικανότητες που πρέπει να έχει ο άνθρωπος. Είναι η τελευταία φάση της ζωής ενός νέου ανθρώπου μέσα στην οικογένειά του, διότι κατόπιν ακολουθεί η ενήλικη ζωή και ο αποχωρισμός του από την οικογένεια.
Τι ζητάει η εφηβεία;
Ζητάει όχι απλώς να ξέρεις να κάνεις διάλογο, όχι απλώς να απαντάς στις ερωτήσεις σωστά, όχι απλώς να αναγνωρίζεις μια νέα προσωπικότητα, αλλά να δέχεσαι την κριτική που σου ασκείται, και εάν η κριτική είναι σωστή να έχεις την ταπείνωση να παραδεχθείς ότι «ναι έκανα λάθος έχεις δίκιο, με συγχωρείς, είναι το ελάττωμά μου..»
Αν η κριτική είναι άδικη (που πολλές φορές η κριτική των εφήβων είναι άδικη) πρέπει να μπορούμε να αντέξουμε αυτή την κατηγορία χωρίς να βουλιάζουμε στην απελπισία και στην μελαγχολία ή αντίθετα να εκδικούμαστε τον έφηβο για αυτά που είπε∙ αυτό θα πει να αντέξουμε! Να μην δημιουργηθεί ανταγωνισμός και διαμάχη του γονέα με τον έφηβό του.
Βλέπουμε, λοιπόν, πως οι διαφορετικές φάσεις, απευθύνονται σε νέες ικανότητες και ουσιαστικά καλούν τον γονέα να εξελίσσεται διαρκώς. Δηλαδή να μην λιμνάζει.
Θα τολμούσα να πω αυτή την γενική αρχή ότι ένας γονέας για να είναι επιτυχημένος πρέπει ως άνθρωπος να μην λιμνάζει, που σημαίνει η προσωπικότητά του να μην μένει στάσιμη, όπως ήταν πριν αποκτήσει παιδιά.
Να παρακολουθεί την εξέλιξη του παιδιού του και να έχει ουσιαστική σχέση μαζί του. Τότε τον μεγαλώνει το παιδί του, τον ωριμάζει το ίδιο το παιδί, δεν χρειάζεται να κάνει πολλά πράγματα ο ίδιος, τον ωριμάζει η ίδια η σχέση.
Ερχόμαστε τώρα στην έννοια- κλειδί με την οποία και θα τελειώσω. Είναι η έννοια της σχέσης με το παιδί, η έννοια της σχέσης με τον άλλο. Πώς μπορούμε να ορίσουμε αυτή την σχέση; Πώς την αντιλαμβανόμαστε;
Δεν μπορώ να βρω ορισμό, λέει ο π. Βασίλειος στο βιβλίο του, «Η χαρά της ζωής και της δημιουργίας». Και συνεχίζει λέγοντας ότι μπορώ να σας πω πιο εύκολα, τι δεν είναι σχέση ουσιαστική με τον άλλον, όχι τόσο τι είναι.
Σχέση ουσιαστική με το παιδί μου δεν είναι, το να είμαι χαμένος στον κόσμο μου εγώ και απλώς να απαιτώ από το παιδί μου να προσαρμοστεί στο δικό μου κόσμο.
Σχέση δεν είναι ούτε το να έχω κάνει, αντίθετα, κέντρο της ζωής μου το παιδί μου. Αυτή η «ειδωλολατρία» του παιδιού που επικρατεί στη σύγχρονη οικογένεια, το να τρέχω από πίσω του ουραγός, υπακούοντας σε όλες του τις διαταγές, εξαφανίζει την δική μου προσωπικότητα απέναντι στο «θεό» που λέγεται «παιδί μου».
Σχέση δεν είναι ούτε ο ανταγωνισμός. Στον ανταγωνισμό δεν έχουμε ένα από τα δύο που ανέφερα πριν δηλ. ο ένας να υπάρχει και ο άλλος να εξαφανίζεται. Στον ανταγωνισμό έχουμε δύο προσωπικότητες. Υπάρχουν και οι δύο, αλλά είναι σε συνεχή διαμάχη μεταξύ τους. Είναι πολύ συχνό το φαινόμενο του ανταγωνισμού γονέα-παιδιού, δυστυχώς όσο κι αν δεν το παραδεχόμαστε. Πολλές φορές αναρωτιόμαστε: «Αν είναι δυνατόν! Ανταγωνισμό εγώ και το παιδί μου; Μα για το παιδί μου θυσιάζομαι…». Ο ανταγωνισμός συνήθως εμφανίζεται στην εφηβεία αλλά έχει αρχίσει πολύ νωρίτερα, δεν αρχίζει στην εφηβεία, έχει αρχίσει στην νηπιακή ηλικία. Μπορεί να είναι μικρός, ελαφρύς, υπάρχει όμως και ριζώνει και στην εφηβεία γιγαντώνεται.
Επίσης, σχέση δεν είναι το να πηγαίνουν φαινομενικά όλα καλά με το παιδί μου, αλλά μέσα στην καρδιά μου βαθιά να έχω συγκεκριμένες προσδοκίες από αυτό, δηλαδή η αγάπη που του δίνω να είναι αγάπη με όρους. Του δίνω αγάπη άμα πραγματοποιήσει όλες τις προσδοκίες μου, και όταν κάποια στιγμή κάτι δεν πάει καλά, ή παθαίνω κατάθλιψη, ή θυμώνω φοβερά με το παιδί μου που με απογοήτευσε.
Αν ήθελα να περιγράψω τι είναι σχέση, η σχέση είναι μια συνύπαρξη. Συνυπάρχουν και οι δύο πατέρας-παιδί, μητέρα-παιδί. Συνυπάρχουν χωρίς ο ένας να καταργεί τον άλλον. Η διαφορά που έχουν στις απόψεις, στον χαρακτήρα, δεν αντιμετωπίζεται στη σχέση ως απειλή, ως συνήθως, αλλά ως πλούτος. Έχω να κερδίσω από την διαφορά. Και όταν εγώ ως γονέας νοιώθω το παιδί μου, του δίνω να έμπρακτο μάθημα, πώς να βλέπει την διαφορά. Και πώς το παιδί μου να βλέπει τη διαφορά με εμένα. Να μη με βλέπει σαν εχθρό του και σαν καταπιεστή του, να ακούει την διαφορά μου.
Είναι κατανοητό νομίζω μετά από αυτό, ότι όλα αυτά μπορούν να εφαρμοστούν ακριβώς και στο ζευγάρι. Και εδώ είναι κάτι που τα ενώνει όλα. Δηλαδή, η ικανότητα που έχει ο άνθρωπος για σχέση είναι μία. Ή την έχει αυτή την ικανότητα, ή δεν την έχει. Δεν είναι βέβαια άσπρο-μαύρο, μπορεί να την έχει σε μικρό ή σε μεγάλο βαθμό. Θέλω να πω με αυτό ότι όση ικανότητα έχει κάποιος άνθρωπος να κάνει σχέση με τον άλλον, αυτή θα την εφαρμόσει και στο σύντροφό του, και στα παιδιά του.
Δεν μπορεί κάποιος να λέει ότι «έχω άριστη σχέση με τα παιδιά μου» αλλά έχω προβλήματα με τον/την σύντροφό μου, ή αντίστροφα ότι τα πάω καλά με την/τον σύντροφό μου και να μην τα πάει καλά με κάποιο παιδί! Κάτι δεν πάει καλά εδώ κάτι δεν έχει καταλάβει για τις σχέσεις που πάνε δήθεν καλά. Θα το δει αργότερα, κάτι θα φανεί… Γιατί;
Διότι είτε μιλάμε για σχέση με σύντροφο, είτε για σχέση με παιδί, δοκιμάζεται η ικανότητά μας να μπορούμε να συναντήσουμε τον άλλον πραγματικά εκεί που είναι, να τον αποδεχθούμε εκεί που πραγματικά είναι. Κι όταν τον αποδεχθούμε εκεί που είναι τότε μπορούμε και να αλλάξουμε τον άλλον, μόνο τότε. Αυτό άλλωστε είναι και όλο το νόημα της σχέσης του ανθρώπου με το Θεό.
Αυτό είναι το τρίτο επίπεδο σχέσης. Ο Θεός μας αποδέχθηκε εκεί που ήμασταν. Ήρθε, έγινε σαν εμάς, και μπόρεσε και μας άλλαξε. Αλλιώς αν μας απέρριπτε και μας καλούσε να κάνουμε εμείς αυτό το βήμα, αυτό θα ήταν σίγουρα αδύνατο.
Από το βιβλίο του π. Βασιλείου Θερμού,
«Η χαρά της ζωής και της δημιουργίας»

Η οικογένεια: ο πιο κατάλληλος τόπος για να μεγαλώσουν οι γονείς!

Η οικογένεια: ο πιο κατάλληλος τόπος για να μεγαλώσουν οι γονείς! (α΄ μέρος), π. Βασίλειος Θερμός


http://www.faneromenihol.gr

Για να κεντρίσω το ενδιαφέρον, έβαλα αυτό το τίτλο, ο οποίος θα σας φαίνεται οπωσδήποτε παράξενος, δεδομένου ότι έχουμε συνηθίσει να ονομάζουμε την οικογένεια τον πιο κατάλληλο τόπο, για να μεγαλώνουν τα παιδιά μας. Όμως εγώ θα υποστηρίξω ότι είναι ο πιο κατάλληλος τόπος για να μεγαλώνουν οι γονείς!
   Και βέβαια θα δημιουργηθούν ερωτήματα! Γιατί χρειάζεται να μεγαλώσουν οι γονείς; Αρκετά μεγάλοι νοιώθουμε, βαραίνουν πάνω μας τα χρόνια, προσθέτουν και κάποια προβλήματα υγείας, γιατί πρέπει να μεγαλώσουμε κι άλλο;
   Αυτό που εννοώ με το μεγάλωμα είναι η ωρίμανση. Δηλαδή η οικογένεια είναι ένας τόπος που μικροί και μεγάλοι καλούνται να ωριμάσουν και εδώ θα επικεντρωθούμε στο μεγάλωμα των γονιών, στις σχέσεις τους με το παιδί, δηλ. πώς ο γονέας καλείται να ωριμάσει μέσα στην οικογένεια αναπτύσσοντας υγιή σχέση με το παιδί του.
   Δύο είναι οι βασικοί τρόποι με τους οποίους ο γονέας μπορεί να μεγαλώσει και να ωριμάσει.
   Ο ένας είναι η ποικιλία των χαρακτήρων των παιδιών μας. Γνωρίζουμε όλοι ότι υπάρχει μεγάλη ποικιλία χαρακτήρων στα παιδιά μας και μερικές φορές απορούμε γιατί τα παιδιά μας είναι τόσο διαφορετικοί χαρακτήρες μεταξύ τους. Όλοι έχουμε την αίσθηση ότι με ορισμένα από τα παιδιά μας ταιριάζουμε πιο εύκολα «τα πάμε καλά» που λέμε, « τα βρίσκουμε» δεν κουραζόμαστε στο μεγάλωμά τους, τα πράγματα εξελίσσονται ομαλά και απλά. Ενώ με άλλα παιδιά μας υποφέρουμε. Υπάρχουν χαρακτήρες παιδιών μας που μας ταιριάζουν και χαρακτήρες που δεν μας ταιριάζουν.
   Τα παιδιά των οποίων ο χαρακτήρας μάς ταιριάζει, είναι τα παιδιά που μας βγάζουν ασπροπρόσωπους. Τα παιδιά αυτά τα χρειαζόμαστε για να αισθανόμαστε καλά απέναντι στους συγγενείς μας και στους γείτονες. Είμαστε άνθρωποι και έχουμε ανάγκη να νοιώθουμε καλά απέναντί στους άλλους, ότι τα καταφέρνουμε σαν γονείς. Τα παιδιά όμως αυτά, που μας ταιριάζει ο χαρακτήρας τους, δεν μας ωριμάζουν. Τα παιδιά δηλ. από τα οποία δεν συναντήσαμε ιδιαίτερα προβλήματα στο μεγάλωμά τους δεν μας βοηθούν να ωριμάσουμε.
   Ποια παιδιά μας ωριμάζουν; Αυτά που μας δυσκολεύουν στο μεγάλωμά τους. Που σκοντάφτουμε πάνω στο χαρακτήρα τους. Γιατί; Γιατί το παιδί που μας ταιριάζει, απευθύνεται σε περιοχές του χαρακτήρα μας που ήδη είναι ανεπτυγμένες και τις ξέρουμε. Ο χαρακτήρας του παιδιού που δεν μας ταιριάζει απευθύνεται σε περιοχές που δεν έχουμε αναπτύξει.
   Για παράδειγμα: μας αρέσει η κουβέντα με τα παιδιά. Έχουμε όμως ένα παιδί κλειστό, που δεν μιλάει. Το παιδί αυτό απευθύνεται στην ικανότητά μας να μπορούμε να δημιουργούμε ένα κλίμα εμπιστοσύνης έτσι ώστε να μπορέσει να μιλήσει και να το προσεγγίσουμε. Αυτό προϋποθέτει μια ικανότητα την οποία ίσως να μην έχουμε αναπτύξει μέχρι τώρα. Προϋποθέτει την ικανότητα να ακούμε. Υπάρχουν παιδιά που είναι πολύ ευαίσθητα ή και ολιγόλογα. Εάν εμείς έχουμε συνηθίσει με ένα παιδί που μιλάει πολύ εύκολα, δεν ακούμε όλα όσα λέει! Μερικές φορές από το ένα αυτί μπαίνουν και από το άλλο βγαίνουν, γιατί είμαστε και αφηρημένοι∙ άνθρωποι είμαστε! Σε ένα άλλο παιδί που είναι εξωστρεφές, μπορεί εμείς να σχολιάζουμε αυτά που λέει, και το παιδί να μην νοιάζεται και να συνεχίζει να μιλάει, και το άλλο παιδί το κλειστό, να επηρεάζεται πάρα πολύ από αυτά που θα πούμε εμείς, από τα σχόλιά μας. Και απορούμε: «Μα καλά τι είπα; Δεν είπα και τίποτα. Πώς το πήρε τόσο βαριά;». Το παιδί αυτό απευθύνεται σε μια ικανότητα που δεν την έχουμε αναπτύξει: να λέμε την γνώμη μας, να βοηθάμε το παιδί μας χωρίς να το πληγώνουμε.
   Άλλες διαφορές στους χαρακτήρες μας που μας ωριμάζουν: μπορεί να έχουμε το παιδί με τους πολλούς στόχους, ένα παιδί μας που το χαρήκαμε και προωθούμε και εμείς τους στόχους του και από την άλλη ένα παιδί μας που απογοητεύεται εύκολα ή και δεν εμφανίζει στόχους. Τούτο εδώ το παιδί μας το αντιμετωπίζουμε σαν ένα πρόβλημα συνήθως. Λέμε «μα γιατί;» σαν να έπρεπε να ήταν κι αυτό σαν τον πρώτο χαρακτήρα, σαν εκείνος να είναι ο κανονικός και τούτος να είναι ο προβληματικός! Καμιά φορά βλέπουμε ότι αυτά τα παιδιά είναι υγιέστερα από εκείνα που βάζουν πάρα πολλούς στόχους, και προχωρούν και βάζουν τον αυτόματο πιλότο και πετυχαίνουν τους στόχους τους.
   Γιατί; Διότι για τα παιδιά εκείνα που βάζουν πάρα πολλούς στόχους και τα καταφέρνουν καλά, οι στόχοι τους είναι λίγο απρόσωποι. Δηλαδή δεν έχουν πολλή προσωπική σημασία για τα ίδια τα παιδιά. Τους βάζουν επειδή έτσι πρέπει, βάζουν μπρος την μηχανή και δουλεύουν και φέρνουν βαθμούς.
   Τα παιδιά που δεν βάζουν στόχους, και αποθαρρύνονται εύκολα συνήθως ζητάνε κάτι πιο προσωπικό, ζητάνε κάτι να τα αγγίζει προσωπικά σε βάθος και δεν το βρίσκουν. Ίσως δεν τους το δίνει το εκπαιδευτικό σύστημα. Ίσως οι γονείς δεν δίνουν ιδέες, δεν τα έχουν πλησιάσει ώστε να καταλάβουν τι ικανότητες κρύβουν αυτά τα παιδιά, τι ταλέντα κρύβουν.
   Η κοινωνία μας βιώνει κάπως μονόπλευρα το θέμα των ταλέντων και των ικανοτήτων. Αξιολογεί μόνο τα ταλέντα εκείνα που έχουν να κάνουν με το μυαλό. Και αγνοεί τα άλλα ταλέντα, άλλες ικανότητες που αναφέρονται στο συναισθηματικό και στο ψυχικό κόσμο του παιδιού.
   Έχει παρατηρηθεί ότι τα περισσότερα από τα παιδιά που δεν έχουν βάλει στόχους στη ζωή, συνήθως έχουν άλλα ταλέντα που δεν έχουν αξιοποιηθεί. Τα ταλέντα αυτά δεν τα έχει δει κανένας, ούτε και οι γονείς τα βλέπουν.
   Και λένε: «αυτό το παιδί είναι προβληματικό, είναι τεμπέλης, ή πολύ ευαίσθητος και απογοητεύεται εύκολα, ή τελοσπάντων είναι ένα παιδί- αίνιγμα που δεν μπορώ να καταλάβω.»
   Η διαφορά λοιπόν των χαρακτήρων μας καλεί να ωριμάσουμε, διότι μας υποδεικνύει περιοχές της ψυχής μας που έμειναν άγνωστες, αναξιοποίητες. Και εμείς πρέπει να ανοιχθούμε σε έναν τομέα που δεν γνωρίζουμε. Μας προκαλεί το παιδί μας με το συγκεκριμένο χαρακτήρα του να ανοιχθούμε σε αυτό τον νέο τομέα, και αυτό είναι ωρίμανση.
   Ο δεύτερος τρόπος, που ωριμάζει ο γονιός έχει να κάνει με τις διάφορες ηλικίες που περνάει το παιδί. Κάθε μια από τις ηλικίες- φάσεις του παιδιού απευθύνεται σε διαφορετικές περιοχές της προσωπικότητάς μας.
   Συγκεκριμένα όταν αποχτούμε ένα παιδί και είναι ακόμη βρέφος, αυτό που ζητάει είναι κυρίως μια σωστή φροντίδα. Δηλαδή να φροντίσουμε την τροφή του, την καθαριότητά του, την υγεία του, την ασφάλειά του, και βεβαίως να αναπτύξουμε σχέση μαζί του.
   Η σχέση αρχίζει από την αρχή, από τότε που το παιδί είναι μωρό, που είναι στη κοιλιά της μητέρας του, ήδη από εκεί ξεκινάμε τη σχέση με το παιδί μας και μπορούμε να του μιλάμε και να νοιώθουμε συναισθήματα για αυτό. Βλέπουμε αργότερα ότι, ακόμα και όταν αλλάζουμε την πάνα του αναπτύσσουμε σχέση μαζί του, γιατί του μιλάμε, του γελάμε κ.τ.λ.
   Όταν μεγαλώσει λίγο το παιδί και περάσει την νηπιακή ηλικία (μεταξύ τριών και έξι χρονών) τότε ζητάει άλλα πράγματα. Βεβαίως και τότε ζητάει προστασία, να προσέξουμε την ασφάλειά του, την υγεία του…. Όμως έχει αρχίσει να μιλάει, να περπατάει, και να ζητάει. Απευθύνεται σε άλλες περιοχές της ψυχής μας που είναι ο διάλογος, για παράδειγμα, να του απαντούμε στις ερωτήσεις, να κάνουμε συζήτηση μαζί του. Λίγο ακόμα μεγαλώνοντας αρχίζουν τα «όχι» και τα πείσματα.
   Γιατί υπάρχουν αυτά; Γιατί αρχίζει να αναπτύσσεται η προσωπικότητα του παιδιού, δειλά-δειλά εμφανίζεται η προσωπικότητα ενός ανθρώπου, του μικρού αυτού ανθρώπου. Και η προσωπικότητα αυτή έχει κάποιες απαιτήσεις. Ζητάει να έχει μια διαφορετική άποψη, μια διαφορετική επιθυμία από τους γονείς του, αλλά με την μορφή του πείσματος.
   Αν έχω ένα νήπιο το οποίο έχει απαιτήσεις, έχω μπροστά μου έναν άνθρωπο με προσωπικότητα και πρέπει να κάνω σχέση μαζί του και να δω τι θα γίνει με αυτή την επιθυμία που έχει, με αυτή την άποψη που έχει.
   Τι να την κάνω; Κάτι πρέπει να την κάνω. δεν μπορώ να ενεργώ μονόπλευρα, όπως όταν ήταν μωρό, διότι τότε θα κάνω καταστολή της προσωπικότητας, θα την εξαφανίσω την προσωπικότητα αυτή. Ούτε πάλι θα παραδοθώ άνευ όρων, και θα κάνει το παιδί ό,τι θέλει. Πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος σχέσης, και αυτό είναι μια νέα ικανότητα. Μπορεί να τα καταφέρνω πολύ καλά όταν είναι μωρό, αλλά όταν είναι τριών χρόνων και τεσσάρων να μην μπορώ να τα καταφέρω. Γιατί;
   Διότι πρέπει να εξελιχθώ εγώ, πρέπει να ωριμάσω και να ξυπνήσω το αντίστοιχο κομμάτι μέσα μου που λέγεται σχέση και διάλογος με ένα παιδί, και βέβαια αναγνώριση μιας διαφορετικής προσωπικότητας.

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

Καλύτερες επιδόσεις σημειώνουν οι μαθητές που διαβάζουν με τους γονείς

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας της PISA.
Τη σημαντική συμβολή που μπορούν να έχουν οι γονείς στις σχολικές επιδόσεις των παιδιών τους αναδεικνύουν στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, που επεξεργάστηκαν οι ειδικοί του διεθνούς προγράμματος αξιολόγησης μαθητών του οργανισμού (PISA).


Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της σχετικής έρευνας, που είδαν σήμερα το φως της δημοσιότητας, οι 15χρονοι μαθητές που διάβαζαν με τους γονείς τους στην πρώτη τάξη του δημοτικού σχολείου, εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις σε σχέση με τους μαθητές που ξεκίνησαν τη μαθητική τους ζωή με λίγη ή καθόλου βοήθεια από τους δικούς τους γονείς. Όπως επισημαίνεται, μάλιστα, στη σχετική έκθεση οι καλές επιδόσεις των μαθητών που έχουν βοήθεια από τους γονείς τους, δεν σχετίζονται με το οικονομικό επίπεδο ή το κοινωνικό υπόβαθρο της οικογένειας.
Ειδικότερα, οι 15χρονοι μαθητές των οποίων οι γονείς δήλωσαν ότι διάβαζαν με τα παιδιά τους «κάθε μέρα ή σχεδόν κάθε μέρα» -ή «μια ή δυο φορές την εβδομάδα»- εμφάνισαν πολύ καλύτερες επιδόσεις στα αξιολογικά τεστ του προγράμματος PISA σε σχέση με τους μαθητές οι γονείς των οποίων διάβαζαν σχολικά ή και εξωσχολικά βιβλία με τα παιδιά τους «ποτέ ή σχεδόν ποτέ» ή μόνο «μία ή δύο φορές την εβδομάδα».
Στην έρευνα που πραγματοποιήθηκε στις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ, διαπιστώθηκε ότι πολλοί γονείς δηλώνουν πώς δεν έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν τα πρώτα βήματα της μαθητικής ζωής των παιδιών τους εξαιτίας των επαγγελματικών ή άλλων υποχρεώσεων, ενώ υπάρχει κι ένα αρκετά υψηλό ποσοστό γονέων που θεωρούν ότι δεν έχουν το κατάλληλο υπόβαθρο γνώσεων για να βοηθήσουν τα παιδιά τους.
Οι επιφυλάξεις αυτές στερούνται πραγματικής βάσης, σύμφωνα με τους ερευνητές του προγράμματος PISA. «Τα καλά νέα είναι ότι δεν χρειάζεται να έχει κανείς μεταπτυχιακό ή απεριόριστο χρόνο για να βοηθήσει τα παιδιά του στη μαθητική τους ζωή», αναφέρουν οι συντάκτες της έκθεσης. «Αυτό που χρειάζεται είναι γνήσιο ενδιαφέρον», προσθέτουν.
Ένα άλλο σημαντικό συμπέρασμα που προκύπτει από την έρευνα για τους γονείς είναι ποτέ δεν είναι αργά για να ασχοληθούν με τα παιδιά τους. Για παράδειγμα, οι 15χρονοι μαθητές που συζητούν με τους γονείς τους πολιτικά ή κοινωνικά θέματα τακτικά εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις από τους συνομηλίκους τους που δεν έχουν την ίδια τύχη.
Με τις καλές επιδόσεις των μαθητών συνδέονται, επίσης, οι συζητήσεις με τους γονείς τους για βιβλία, κινηματογραφικές ταινίες ή ακόμη και για τηλεοπτικά προγράμματα, οι συζητήσεις με περιεχόμενο «πώς τα πάνε στο σχολείο», ακόμη και η συγκέντρωση της οικογένειας γύρω από το τραπέζι την ώρα του φαγητού.

www.kathimerini.gr 
με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ
www.hamomilaki.gr

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Ζήλια και παιδιά


Η ζήλια στα παιδιά μπορεί να εκδηλωθεί με τους εξής τρόπους: 








Όταν ένα παιδί...

ή ακόμα και σε σας, πολλές φορές χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Βρίσκοντας παράλογες και ασήμαντες δικαιολογίες δείχνει τον εκνευρισμό του, χτυπάει, βρίζει, τραβάει τα μαλλιά των άλλων και δαγκώνει.
Δυσκολεύεται να προσαρμοστεί και υιοθετεί αντικοινωνική συμπεριφορά. Αρνείται πεισματικά να πάει στο σχολείο, να συμμετάσχει σε κοινωνικές εκδηλώσεις και εξόδους.
Αρνείται πεισματικά να φάει, δείχνει ανόρεχτο αποκτά ιδιοτροπίες και καπρίτσια στο φαγητό και αδυνατίζει.
Παρουσιάζει διαταραχές στον ύπνο του. Αρνείται ή δυσκολεύεται να κοιμηθεί, ξυπνάει στη μέση της νύχτας, απαιτεί να κοιμηθεί στο δωμάτιο σας ή λερώνει το κρεβατάκι του.
Λερώνει το βρακάκι του ακόμα και στη διάρκεια της ημέρας, μιλάει και κλαίει σαν μωρό, γενικότερα υιοθετεί συμπεριφορά μικρότερου παιδιού.
Σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να παρουσιάσει στον εαυτό του ή ακόμη και να αρρωστήσει, δηλαδή να γίνει ξαφνικά φιλάσθενο.

Πως μπορείτε να αντιμετωπίσετε τη ζήλια;
Ζητήστε του να σας εξηγήσει τι ακριβώς νιώθει και συζητήστε μαζί του.
Μην μειώνετε το παιδί σας και προσπαθήστε να κατανοήσετε τα συναισθήματα του. Το μικρό σας εκφράζει αυτά που νιώθει κι ακόμη και αν τα θεωρείτε παράλογα, θα πρέπει να τα σεβαστείτε.
Ρωτήστε το τι θέλει και ικανοποιήστε τις επιθυμίες του όσο αυτές είναι στο πλαίσιο της λογικής. Σε καμιά περίπτωση όμως μην επιχειρήσετε να το δωροδοκήσετε ικανοποιώντας κάθε παράλογη απαίτηση του.
Ενθαρρύνετε το να αισθανθεί φιλικά και θετικά απέναντι στο αδερφάκι του. Εξηγήστε του ότι τώρα θα έχει παρέα και θα αποκτήσει έναν καλό φίλο και να παίζει και να συζητάει.
Προτρέψτε το να αναλάβει ευθύνες – αν φυσικά το επιτρέπει η ηλικία του – απέναντι στο αδερφάκι του. Ζητήστε του να το προσέξει, να το ταΐσει, να παίξει μαζί του και να το καθησυχάσει όταν κλαίει. Τα παιδιά χαίρονται όταν του συμπεριφέρονται σαν ενήλικες.
Εξηγήστε του ότι οι ανάγκες του μωρού τον πρώτο καιρό είναι μεγάλες και ότι την ίδια προσοχή δίνατε και σ’ αυτό όταν ήταν μωρό.
Δώστε του να καταλάβει ότι η αγάπη σας γι’ αυτό δεν είναι λιγότερη, ότι μπορείτε να αγαπάτε και τα δύο εξίσου και ότι πάντα θα είναι κάτι ξεχωριστό για σας.
Δείξτε του έμπρακτα την αγάπη σας και δώστε την προσοχή που τόσο έχει ανάγκη. Μπορεί το νέο σας μωρό να χρειάζεται περισσότερο τη φροντίδα σας, όμως και οι ανάγκες του πρώτου σας παιδιού είναι αυξημένες, ίσως τώρα είναι πολύ περισσότερο.
Μην ξεχνάτε να του υπενθυμίζετε όσο πιο συχνά μπορείτε πόσο σημαντική θέση έχει στην καρδιά σας.
Να θυμάστε ότι όλα τα παιδιά θέλουν να δείχνουν ότι είναι δυνατά και πιο ικανά από τα άλλα.




Πηγή: http://www.paidiatros.com/easyconsole.cfm?id=180
Αρθρογράφος: Ιουλιέτα Λαούρη, Παιδοψυχίατρος

www.hamomilaki.g