Δευτέρα 4 Μαρτίου 2013

ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΗ ΒΙΑ






Γράφει η Δανιηλίδου Νικολίνα, Ψυχολόγος MSc στην Ψυχολογία της Υγείας


Η επιθετικότητα των παιδιών μπορεί να πάρει διάφορες μορφές και προς πολλούς στόχους. Η έκφρασή της στο σχολείο είναι συχνή και έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχοκοινωνική εξέλιξη των παιδιών που γίνονται αποδέκτες της βίας.
Η βία μπορεί να έχει διάφορες μορφές όπως η λεκτική βία δηλαδή, πειράγματα, βρισιές, απειλές, οι συμπεριφορές βίας, όπως η σεξουαλική και η σωματική βία, η βία από τη χρήση του ίντερνετ ή του κινητού και η κοινωνική βία δηλαδή όταν το παιδί είναι αποδέκτης συμπεριφορών απομόνωσης ή αποκλεισμού από το κοινωνικό περιβάλλον.
Δυστυχώς, η σημερινή μορφή της κοινωνίας όπου πρότυπα βίας καλλιεργούνται από την τηλεόραση και τα ηλεκτρονικά παιχνίδια εξοικειώνει το παιδί με τη βία από πολύ νωρίς. Ωστόσο, συνήθως η βίαιη συμπεριφορά είναι αποτέλεσμα λανθασμένων χειρισμών των γονέων.
Σύμφωνα με τους θεωρητικούς της κοινωνικής μάθησης, η διαπαιδαγώγηση στα πρώτα τρία χρόνια ζωής του παιδιού καθορίζει αν θα μπορέσει να εσωτερικεύσει ορισμένους κανόνες συμπεριφοράς, καθώς και να διακρίνει μεταξύ του σωστού και του λάθους. Σε κάποιες ακραίες περιπτώσεις όπου γίνεται διάγνωση Διαταραχής Διαγωγής το παιδί δεν βιώνει τύψεις για τη βίαιη συμπεριφορά του, ενώ φαίνεται να έχει υπερβολικές απαιτήσεις από τους άλλους. Ένα χαρακτηριστικό της Διαταραχής Διαγωγής ανάμεσα στα άλλα είναι η μη ελεγχόμενη επιθετικότητα. Η εκτίμηση ωστόσο, χρειάζεται να γίνεται από ειδικό. Μελέτες δείχνουν ότι υπάρχει γενετική προδιάθεση και ότι είναι πιο συχνή στα αγόρια με αναλογία 4:1.
Ωστόσο, οι περισσότερες έρευνες δείχνουν ότι σημαντικοί παράγοντες για την έκφραση βίας από παιδιά είναι:
  • η διαταραγμένη σχέση των γονέων και οι συγκρούσεις στην οικογένεια
  • η συναισθηματική στέρηση και η παραμέληση
  • η κακοποίηση στην οικογένεια
  • η έλλειψη επικοινωνίας
  • η κατάχρηση ουσιών
  • και η χαμηλή κοινωνικό-οικονομική κατάσταση της οικογένειας.


Καθοριστικό ρόλο παίζουν επίσης, οι ασταθείς τεχνικές ανατροφής, η έλλειψη ορίων ή η αυστηρή πειθαρχία που συνοδεύεται από σωματική τιμωρία.
Ο γονιός και ο εκπαιδευτικός είναι καλό να αναγνωρίζουν τους παράγοντες κινδύνου που μπορεί να ωθήσουν ένα παιδί στην έκφραση βίας ώστε να προλάβουν την εξέλιξη της κατάστασης σε αρχικά στάδια. Οι πιο σημαντικοί παράγοντες κινδύνου είναι η ύπαρξη βίας στην οικογένεια, η απόρριψη από τους συνομήλικες, η άρνηση συμμόρφωσης σε κανόνες, η χρήση ουσιών, τα ανεξέλεγκτα ξεσπάσματα θυμού για μικρές αιτίες καθώς και η έκφραση βίας με άλλους τρόπους όπως για παράδειγμα μέσω της ζωγραφικής ή της βίας στα ζώα. Η θεραπευτική αντιμετώπιση του παιδιού που έχει Διαταραχή Διαγωγής ή του βίαιου παιδιού είναι ανάλογη του αναπτυξιακού του επιπέδου και είναι απαραίτητη η συμμετοχή των γονέων.

Πιο συγκεκριμένα:
Στα παιδιά προσχολικής ηλικίας κρίνεται αναγκαία η εκπαίδευση των γονέων ώστε να έχουν σταθερά όρια, η ανάπτυξη των σχέσεων και της επικοινωνίας στην οικογένεια και η εκμάθηση γνωστικών – συμπεριφορικών τεχνικών στο παιδί που να αποσκοπούν στον έλεγχο του θυμού.

Σε εφήβους ισχύουν τα παραπάνω αλλά είναι επίσης σημαντικό να υπάρξει κοινωνική ένταξη και αλληλεπίδραση με πιο λειτουργικούς εφήβους.
Ο γονιός χρειάζεται να έχει μάθει στο παιδί που εκφοβίζει ή κακοποιεί να καταλαβαίνει την επιθετικότητα του. Η προστατευτική και χωρίς όρια αγάπη καταντά παθολογική και δυσκολεύει το παιδί να καταλάβει τα όριά του. Η αγάπη και η κατανόηση αναγνωρίζει την αυτονομία και την ατομικότητά του και δέχεται τα σύνορα μεταξύ του Εγώ και του Εσύ.
Ο γονιός χρειάζεται:
  • Να θέτει όρια χωρίς να γίνεται ο ίδιος βίαιος ή επιθετικός.
  • Να ενημερώνει και να επιβάλει ξεκάθαρες συνέπειες όταν γίνεται το παιδί επιθετικό ακόμα και όταν η συμπεριφορά του δεν είναι βλαπτική προς τους άλλους.
  • Να αποφεύγει τις τιμωρίες χωρίς λόγο και να υπάρχει πάντα μια ξεκάθαρη λεκτική αναγνώριση και περιγραφή της παραβίασης. Π.χ. «Όταν ύψωσες τον τόνο της φωνής σου έγινες επιθετικός και αυτό δεν είναι αποδεκτό», αντί «γιατί δεν μπορείς να είσαι πιο ευγενικός;»
  • Να είναι σταθερός. Η σταθερότητα πετυχαίνεται με: ήρεμο και σαφή (αυστηρό) τόνο στη φωνή, με συγκεκριμένο πλάνο κανόνων, με εσωτερική βεβαιότητα για τη σπουδαιότητά της, με αμοιβαίο σεβασμό και προσοχή. Όχι με φωνές, απειλές, φυσική και ψυχική βία, κυριαρχία, αυταρχικότητα.
  • Να μάθει στο παιδί τις συνέπειες της συμπεριφοράς του και να λέει στο παιδί τα συναισθήματα του όταν ο ίδιος γίνεται αποδέκτης ή παρατηρητής της βίαιης συμπεριφοράς του. Π.χ. «νιώθω πόνο και θυμό γιατί με έσπρωξες». Δηλαδή, να το ευαισθητοποιήσει σε διαπροσωπικά και συναισθηματικά ζητήματα.
  • Να ενισχύσει τις θετικές συμπεριφορές του παιδιού με επιβράβευση.
  • Να αυξήσει τον ποιοτικό χρόνο με το παιδί. Π.χ. συγκεκριμένη ώρα παιχνιδιού.
Σημάδια πιθανής κακοποίησης:
Ο γονιός χρειάζεται να είναι σε επιφυλακή αν εντοπίσει σημάδια πιθανής κακοποίησης στο παιδί του. Χρειάζεται να αναλάβει δράση αν δει εκδορές χτυπήματα, ή μελανιές σε συνδυασμό με «περίεργη συμπεριφορά». Περίεργη συμπεριφορά θα ονομάζαμε την άρνηση του παιδιού να πάει σχολείο, που ενδεχομένως να εξελιχθεί σε σχολική φοβία, απότομη πτώση των βαθμών, συναισθηματική απομάκρυνση και απομόνωση, ξαφνικές αλλαγές της διάθεσης, αφηρημάδα και παρουσίαση σωματικών συμπτωμάτων που εμφανίζονται ή επιδεινώνονται κατά κύριο λόγο την ώρα που πρέπει το παιδί να πάει σχολείο ή κατά την άφιξη στο σχολείο.
Ο ρόλος του γονιού στην ψυχολογική βοήθεια του παιδιού θύματος
Αρχικά ο γονιός χρειάζεται να παραμείνει ήρεμος και να μεταδώσει στο παιδί ένα αίσθημα ασφάλειας. Να του μάθει ότι όταν δεχόμαστε βία δεν πρέπει να ντρεπόμαστε για αυτό και αν το πούμε στον δάσκαλο δεν είναι κάρφωμα αλλά αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του θύτη. Πρώτα από όλα, είναι απαραίτητο να αναπλαισιώσει την κατάσταση. Χρειάζεται δηλαδή, να δείξει στο παιδί ότι ο θύτης είναι ένα παιδί με πολλά προβλήματα και χαμηλή αυτοεκτίμηση. Μέσα από τη συζήτηση ή το παιχνίδι ρόλων ο γονιός χρειάζεται να βοηθήσει το παιδί να αναπτύξει την αυτοπεποίθησή του αλλά και να οριοθετείται. Είναι καλό το παιδί να μάθει συγκεκριμένες φράσεις όπως «άσε με ήσυχο!». Ωστόσο, αν φοβάται για σωματική βία θα πρέπει πάντα να προσέχει για την ασφάλειά του όπως για παράδειγμα να είναι πάντα με κάποιον συμμαθητή και να ζητάει βοήθεια όταν νιώθει ότι η κατάσταση μπορεί να ξεφύγει από τον έλεγχο του.
Ο ρόλος του δασκάλου και της τάξης
Στην επόμενη φάση, ο γονιός χρειάζεται να έρθει σε επαφή με τους δασκάλους. Ρόλος του δασκάλου είναι να βοηθήσει το παιδί που ασκεί βία καθώς και την τάξη να είναι δίκαιη. Αυτό σημαίνει να αναπτύξει την ομαδικότητα και το αίσθημα δικαιοσύνης. Είναι συχνό φαινόμενο η τάξη είτε να σιωπά μπροστά στα φαινόμενα βίας λόγω φόβου, είτε να υποστηρίζει τον θύτη. Χρειάζεται, λοιπόν να κατευθύνει την τάξη να υποστηρίζει τα παιδιά που δέχονται βία και να βοηθάει τα παιδιά που είναι βίαια να εκφράζονται με άλλους τρόπους.
Τέλος, είναι αναγκαίο να υπάρχει συνεργασία από τους γονείς του θύτη, ώστε να κατανοήσουν την κατάσταση και να βοηθήσουν από την πλευρά τους το παιδί τους να αναπτύξει πιο υγιείς συμπεριφορές.
Αν ο γονιός ή το παιδί νιώθει ότι δυσκολεύεται να διαχειριστεί την κατάσταση, ίσως χρειάζεται να ζητήσει βοήθεια από κάποιον ειδικό. Μια επιλογή θα ήταν η γραμμή συμβουλευτικής για την Ψυχική Υγεία Παιδιών και Εφήβων όπου δέχεται ανώνυμα τηλεφωνήματα στο τηλέφωνο  

801-801-1177 .